Δυσπραξία
Ο όρος δυσπραξία δηλώνει μία διαταραχή του κινητικού συντονισμού που επηρεάζει την ικανότητα των ατόμων να εκτελούν εκούσιες μυϊκές κινήσεις. Είναι συχνότερη στα αγόρια από ότι στα κορίτσια και αποτελεί μια ξεχωριστή διαταραχή που εντοπίζεται στον κινητικό προγραμματισμό δηλαδή στη λειτουργία του εγκεφάλου να συντονίζει μία σειρά από μυϊκές κινήσεις για την εκτέλεση μιας ηθελημένης πράξης.
Όταν πρόκειται όμως για ακούσιες κινήσεις τότε οι ίδιοι μύες λειτουργούν φυσιολογικά. Δεν αναφερόμαστε σε νευρομυικές βλάβες αλλά σε διαταραχή της ανάπτυξης περιοχών του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνες για τον προγραμματισμό, για των συντονισμό λεπτών και περίπλοκων χειρισμών.
Αυτές είναι οι προμετωπιαίες και προκινητικές περιοχές του αριστερού ημισφαιρίου: η περιοχή Broca, στον Σωματοαισθητικό φλοιό του βρεγματικού λοβού και στα βασικά γάγγλια (κυρίως η βλάβη στα γάγγλια της αριστερής πλευράς).
Στοματική Δυσπραξία
Η στοματική δυσπραξία αφορά στην εκτέλεση στοματικών ή λαρυγγικών κινήσεων οι οποίες είναι μη λεκτικές. Υπάρχει δηλαδή δυσκολία στο να πραγματοποιηθούν κινήσεις μετά από εντολή.
Ενώ οι ίδιες κινήσεις γίνονται φυσιολογικά κατά την μάσηση και την κατάποση. Εμφανίζονται κινήσεις “ψαξίματος”, δηλαδή ορατές προσπάθειες για την σωστή τοποθέτηση της γλώσσας ή των χειλιών. Η ύπαρξη στοματικής δυσπραξίας σχεδόν πάντα σημαίνει ότι θα συνυπάρχει και η λεκτική. Αντίθετα, η ύπαρξη λεκτικής δυσπραξίας δεν σημαίνει ότι θα συνυπάρχει και στοματική.
Λεκτική Δυσπραξία
Η λεκτική δυσπραξία μπορεί να είναι εξελικτικής/αναπτυξιακής μορφής ή μπορεί να είναι επίκτητη ως αποτέλεσμα εγκεφαλικού τραύματος, αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου, νεοπλασματικής ασθένειας, αφορά κυρίως σε ενήλικες. Ένα παιδί με αναπτυξιακή λεκτική δυσπραξία μπορεί να μη βαβίσει πολύ ως βρέφος, να καθυστερήσει να πει τις πρώτες του λέξεις ή να έχει πολύ περιορισμένο λεξιλόγιο.
Το παιδί δυσκολεύεται να βάλει στη σειρά τους ήχους και τις συλλαβές γι’αυτό συχνά υπεραπλουστεύει τις λέξεις παραλείποντας τις συλλαβές ή χρησιμοποιώντας αναδιπλασιασμούς. Καθυστερεί να κατακτήσει τους ήχους της ομιλίας ενώ οι αντικαταστάσεις των φωνημάτων είναι μη σταθερές και πολύ συχνές. Οπότε η ομιλία είναι σε μεγάλο ποσοστό ακατάληπτη ακόμη και από τα οικεία πρόσωπα. Η δυσκολία αυξάνει όσο μεγαλώνει η δομή και η πολυπλοκότητα των λέξεων.